bn:00046676n
Noun Concept
Categories: Μεγάλη Έκρηξη, Φυσική κοσμολογία
EL
διόγκωση  κοσμικός πληθωρισμός  πληθωρισμός  κοσμολογικός πληθωρισμός  κοσμολογικό πληθωρισμό
EL
(κοσμολογία) η διαστολή του σύμπαντος (με ταχύτητα μεγαλύτερη του φωτός) που συνέβη αμέσως μετά το μπίγκ μπάνγκ λόγω της ακτινοβολίας που εκλύθηκε Greek Open Multilingual WordNet
Greek:
κοσμολογία
Definitions
Relations
Sources
EL
(κοσμολογία) η διαστολή του σύμπαντος (με ταχύτητα μεγαλύτερη του φωτός) που συνέβη αμέσως μετά το μπίγκ μπάνγκ λόγω της ακτινοβολίας που εκλύθηκε Greek Open Multilingual WordNet
Στη φυσική κοσμολογία, κοσμικός πληθωρισμός, κοσμολογικός πληθωρισμός, ή απλά πληθωρισμός είναι μια θεωρία της εκθετικής διαστολής του χώρου στο πρώιμο σύμπαν. Wikipedia