bn:00046953n
Noun Concept
EL
ίδρυμα
EL
Ένα κτίριο ή ένα συγκρότημα κτιρίων όπου στεγάζεται μια οργάνωση για την προώθηση ενός σκοπού Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ένα κτίριο ή ένα συγκρότημα κτιρίων όπου στεγάζεται μια οργάνωση για την προώθηση ενός σκοπού Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet