bn:00047204n
Noun Concept
Categories: Γλώσσες προγραμματισμού
EL
διερμηνέας  Interpreter  διερμηνευμένη γλώσσα  Διερμηνευτής  διερμηνέα
EL
Στην πληροφορική διερμηνέας ή διερμηνευτής συνήθως σημαίνει ένα πρόγραμμα που εκτελεί ή ερμηνεύει εντολές σε κάποια γλώσσα προγραμματισμού. Wikipedia
Greek:
υπολογιστές
πληροφορική
Definitions
Relations
Sources