bn:00047518n
Noun Concept
Categories: Οικιακά σκεύη
EL
σιδερώστρα  σιδέρωμα
EL
Το σιδέρωμα γίνεται συνήθως με σιδερώστρα, ένα μικρό, φορητό, πτυσσόμενο τραπέζι με μία επιφάνεια ανθεκτική στη θερμότητα. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Το σιδέρωμα γίνεται συνήθως με σιδερώστρα, ένα μικρό, φορητό, πτυσσόμενο τραπέζι με μία επιφάνεια ανθεκτική στη θερμότητα. Wikipedia
Wikipedia
Wikidata
Wikipedia Translations