bn:00047556n
Noun Concept
EL
αναποφασιστικότητα  αναποφάσιστο
EL
Η ιδιότητα αυτού που δεν μπορεί να πάρει εύκολα αποφάσεις Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η ιδιότητα αυτού που δεν μπορεί να πάρει εύκολα αποφάσεις Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations