bn:00048959n
Noun Concept
EL
ψίχα καρπού
EL
Ο εδώδιμος καρπός ενός δημητριακού, ολόκληρος ο καρπός Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο εδώδιμος καρπός ενός δημητριακού, ολόκληρος ο καρπός Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet