bn:00049602n
Noun Concept
EL
κορδόνι
EL
Είδος πολύ λεπτού σκοινιού ή πολύ στενής ταινίας που χρησιμοποιείται για να δένονται τα παπούτσια,τα ρούχα κ.λπ. Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Είδος πολύ λεπτού σκοινιού ή πολύ στενής ταινίας που χρησιμοποιείται για να δένονται τα παπούτσια,τα ρούχα κ.λπ. Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet