bn:00050591n
Noun Concept
EL
νομοθέτης  θεσμοθέτης
EL
Αυτός που συμβάλλει στην καθιέρωση θεσμών ή συντάσσει νόμους και επιβλέπει την τήρησή τους Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που συμβάλλει στην καθιέρωση θεσμών ή συντάσσει νόμους και επιβλέπει την τήρησή τους Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wikidata
WordNet Translations