bn:00051135n
Noun Concept
EL
οπτικό μικροσκόπιο  φωτονικό μικροσκόπιο  μικροσκόπιο φωτός  οπτική μικροσκοπία
EL
Μικροσκόπιο το οποίο αποτελείται από ένα οπτικό όργανο με τη βοήθεια του οποίου μπορεί κανείς να δει σε μεγέθυνση την εικόνα αντικειμένων, τα οποία δεν μπορούν να παρατηρηθούν με γυμνό οφθαλμό Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μικροσκόπιο το οποίο αποτελείται από ένα οπτικό όργανο με τη βοήθεια του οποίου μπορεί κανείς να δει σε μεγέθυνση την εικόνα αντικειμένων, τα οποία δεν μπορούν να παρατηρηθούν με γυμνό οφθαλμό Greek Open Multilingual WordNet