bn:00051168n
Noun Concept
Categories: Φάροι, Φαρόπλοια
EL
φαρόπλοιο  καραβοφάναρο
EL
Το Φαρόπλοιο, είναι ειδικός τύπος ευδιάκριτου πλοίου, είτε εξ αρχικής ναυπήγησης, είτε εκ μετασκευής, όπου φέρει συνήθως στο κέντρο, κατά το διάμηκες του καταστρώματος μεγάλη κυλινδρική υπερκατασκευή, το άνω μέρος της οποίας καταλήγει σε φάρο φέροντας ανάλογο μηχανισμό ή και ραδιοφάρο. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Το Φαρόπλοιο, είναι ειδικός τύπος ευδιάκριτου πλοίου, είτε εξ αρχικής ναυπήγησης, είτε εκ μετασκευής, όπου φέρει συνήθως στο κέντρο, κατά το διάμηκες του καταστρώματος μεγάλη κυλινδρική υπερκατασκευή, το άνω μέρος της οποίας καταλήγει σε φάρο φέροντας ανάλογο μηχανισμό ή και ραδιοφάρο. Wikipedia
Wikipedia
Wikidata
WordNet Translations