bn:00051440n
Noun Concept
Categories: Στόμα
EL
χείλος  χείλη  χείλια  τα χείλη
EL
Καθεμιά από τις μυώδεις πτυχές του προσώπου που κλείνουν το στόμα και που εκτείνονται η μία προς τα επάνω έως τη μύτη και η άλλη προς τα κάτω έως το σαγόνι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Καθεμιά από τις μυώδεις πτυχές του προσώπου που κλείνουν το στόμα και που εκτείνονται η μία προς τα επάνω έως τη μύτη και η άλλη προς τα κάτω έως το σαγόνι Greek Open Multilingual WordNet
Τα χείλη μετα απο απο ξεσπασμό κλάματος δεν φουσκώνουν. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
Wikipedia Redirections
Wikidata Alias
WordNet Translations
Wikipedia Translations