bn:00052976n
Noun Concept
EL
αρσενικό άλογο
EL
Το θηλαστικό αρσενικό της οικογένειας των ιπποειδών Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το θηλαστικό αρσενικό της οικογένειας των ιπποειδών Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations