bn:00053421n
Noun Concept
Categories: Κρουστά μουσικά όργανα, Ιδιόφωνα
EL
ξυλόφωνο  μαρίμπα  gyil  marimbas  είδος ξυλοφώνου
EL
Κρουστό μουσικό όργανο, που αποτελείται από μια σειρά ξύλινων πλακών διαφορετικού μήκους, τις οποίες ο οργανοπαίκτης χτυπά με δύο μικρές και λεπτές ξύλινες ράβδους με κεφαλές από μαλακό ή σκληρότερο υλικό, το οποίο επηρεάζει τη χροιά του ήχου του οργάνου Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Κρουστό μουσικό όργανο, που αποτελείται από μια σειρά ξύλινων πλακών διαφορετικού μήκους, τις οποίες ο οργανοπαίκτης χτυπά με δύο μικρές και λεπτές ξύλινες ράβδους με κεφαλές από μαλακό ή σκληρότερο υλικό, το οποίο επηρεάζει τη χροιά του ήχου του οργάνου Greek Open Multilingual WordNet
Το ξυλόφωνο είναι κρουστό μουσικό όργανο, το οποίο αποτελείται από σειρά ξύλινων ημικυλινδρικών πλακών ίδιου πλάτους και πάχους, αλλά διαφορετικού μήκους, οι οποίες στηρίζονται σε δυο σημεία από ελαστικό και παράγουν φθόγγους δύο ή και τριών μουσικών κλιμάκων με τη χρήση μπαγκετών. Wikipedia
Η μαρίμπα είναι κρουστό μουσικό όργανο με προέλευση από την Αφρική. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
OmegaWiki