bn:00054058n
Noun Concept
EL
μηχανική πρέσα
EL
Μηχάνημα που ασκεί ισχυρή πίεση, που συσφίγγει ή συγκολλά διάφορα (στερεά) αντικείμενα Greek Open Multilingual WordNet
English:
machine
Definitions
Relations
Sources