bn:00055101n
Noun Concept
EL
κιμάς  κιμά  ψιλοκόβω
EL
Κρέας κομμένο σε πολύ μικρά κομμάτια με ειδικό μηχάνημα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Κρέας κομμένο σε πολύ μικρά κομμάτια με ειδικό μηχάνημα Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations