bn:00055351n
Noun Concept
EL
κακομεταχείριση
EL
Η πράξη του να συμπεριφέρεται κάποιος σε κάτι ή κάποιον άλλο με άσχημο τρόπο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η πράξη του να συμπεριφέρεται κάποιος σε κάτι ή κάποιον άλλο με άσχημο τρόπο Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations