bn:00056030n
Noun Concept
Categories: Θεμελιώδεις έννοιες της φυσικής, Κινηματική
EL
κίνηση  σχετική κίνηση
EL
Η αλλαγή της θέσεως ή τοποθετήσεως αντικειμένου ή προσώπου σε σχέση με κάποιο άλλο σώμα (που είναι ακίνητο και λαμβάνεται ως σημείο αναφοράς) Greek Open Multilingual WordNet
English:
physics
Definitions
Relations
Sources
EL
Η αλλαγή της θέσεως ή τοποθετήσεως αντικειμένου ή προσώπου σε σχέση με κάποιο άλλο σώμα (που είναι ακίνητο και λαμβάνεται ως σημείο αναφοράς) Greek Open Multilingual WordNet
Ως κίνηση ορίζεται στη φυσική η μεταβολή της θέσης ή του προσανατολισμού ενός σώματος ως προς ένα δεδομένο σύστημα αναφοράς. Wikipedia
Αλλαγή στην θέση ενός αντικείμενου μέσα στο χρόνο Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wikipedia Redirections
WordNet Translations
Wikipedia Translations