bn:00056037n
Noun Concept
Categories: Νόηση, Πειραματική ψυχολογία, Κίνητρο
EL
κίνητρο  ενθάρρυνση  ανάγκη  εξωγενή κίνητρα  κίνητρα
EL
Οτιδήποτε ως σκοπός ή ως τελικό αίτιο, παρακινεί κάποιον σε μια ενέργεια, να ενεργήσει κατά συγκεκριμένο τρόπο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Οτιδήποτε ως σκοπός ή ως τελικό αίτιο, παρακινεί κάποιον σε μια ενέργεια, να ενεργήσει κατά συγκεκριμένο τρόπο Greek Open Multilingual WordNet
Κίνητρο είναι μια εσωτερική κατάσταση η οποία προκαλεί, κατευθύνει και διατηρεί μια συμπεριφορά. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
WordNet Translations