bn:00056444n
Noun Concept
EL
μουσική
EL
Μουσική διασκέδαση, τέρψη, σύνολο ήχων οργανωμένων, έτσι ώστε να διαθέτουν ρυθμό, αρμονία και μελωδία και να αποτελούν ευχάριστο άκουσμα για το ανθρώπινο αυτί Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μουσική διασκέδαση, τέρψη, σύνολο ήχων οργανωμένων, έτσι ώστε να διαθέτουν ρυθμό, αρμονία και μελωδία και να αποτελούν ευχάριστο άκουσμα για το ανθρώπινο αυτί Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet