Greek
English
Arabic
Chinese
Dutch
French
German
Greek
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Korean
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
more...
Translate into...
English
Arabic
Chinese
Dutch
French
German
Greek
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Korean
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
more...
bn:00056883n
Noun Concept
Categories: Αναπνευστικό σύστημα
EL
ρινικές κοιλότητες  ρινική κοιλότητα
See more
EL
Μία από τις δυο κύριες εισόδους του αέρα στις αναπνευστικές οδούς, η οποία βρίσκεται ανάμεσα στο άνω τμήμα του κρανίου και στην υπερώα και εκτείνεται από το πρόσωπο ως το φάρυγγα Greek Open Multilingual WordNet
Quit
Change View
Definitions
Relations
Sources
Greek
More languages...
English
Arabic
Chinese
Dutch
French
German
Greek
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Korean
Polish
Portuguese
Russian
Spanish
more...
EL
Μία από τις δυο κύριες εισόδους του αέρα στις αναπνευστικές οδούς, η οποία βρίσκεται ανάμεσα στο άνω τμήμα του κρανίου και στην υπερώα και εκτείνεται από το πρόσωπο ως το φάρυγγα Greek Open Multilingual WordNet
Οι ρινικές κοιλότητες είναι ένα από τα όργανα του αναπνευστικού συστήματος και βρίσκονται στην αρχή του αναπνευστικού συστήματος. Wikipedia