bn:00057005n
Noun Concept
EL
φυσική αρετή  τέσσερις κύριες αρετές  φυσικό αρετή
EL
Μια από τις τέσσερις αρετές (δικαιοσύνη, εγκράτεια, σύνεση, καρτερικότητα) που εκπορεύονται από τη φύση Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μια από τις τέσσερις αρετές (δικαιοσύνη, εγκράτεια, σύνεση, καρτερικότητα) που εκπορεύονται από τη φύση Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations