bn:00057209n
Noun Concept
EL
διαπραγματευτής  negotiant  μεταχειριζόμενος
EL
Αυτός που κάνει τις διαπραγματεύσεις, ιδίως τις συζητήσεις για σύναψη μιας συμφωνίας Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που κάνει τις διαπραγματεύσεις, ιδίως τις συζητήσεις για σύναψη μιας συμφωνίας Greek Open Multilingual WordNet