bn:00057863n
Noun Concept
EL
θόρυβος  Χιόνια  θόρυβο
EL
Ακατανόητος, ακατάληπτος θόρυβος χωρίς αρμονία Greek Open Multilingual WordNet
English:
sound
Definitions
Relations
Sources
EL
Ακατανόητος, ακατάληπτος θόρυβος χωρίς αρμονία Greek Open Multilingual WordNet
Ως θόρυβος, σε καθημερινή χρήση, αναφέρεται συνήθως οποιοσδήποτε ανεπιθύμητος ήχος. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wikipedia Redirections
WordNet Translations