bn:00059125n
Noun Concept
EL
λειτουργία
EL
Η κατάσταση κατά την οποία έχουν τεθεί σε κίνηση τα μέρη μιας μηχανής, ενός συστήματος Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η κατάσταση κατά την οποία έχουν τεθεί σε κίνηση τα μέρη μιας μηχανής, ενός συστήματος Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations