bn:00059159n
Noun Concept
EL
οφθαλμία  οφθαλμοπάθεια  οφθαλμίτιδα
EL
Οποιαδήποτε πάθηση του οφθαλμού και των προσαρτημάτων του (βλεφάρων, δακρυϊκών αδένων κ .ά.) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Οποιαδήποτε πάθηση του οφθαλμού και των προσαρτημάτων του (βλεφάρων, δακρυϊκών αδένων κ .ά.) Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations