bn:00059436n
Noun Concept
EL
απόφαση  κανονισμός  ρυθμίζεται  ρύθμιση
EL
(για την εκτελεστική εξουσία) επίσημη διαταγή με ισχύ νόμου και άμεση εφαρμογή χωρίς προηγούμενη έγκρισή της από την Βουλή Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
(για την εκτελεστική εξουσία) επίσημη διαταγή με ισχύ νόμου και άμεση εφαρμογή χωρίς προηγούμενη έγκρισή της από την Βουλή Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
Wikipedia Translations