bn:00059829n
Noun Concept
Categories: Εστίες, Οικιακές συσκευές
EL
φούρνος  φούρνο
EL
Ηλεκτρική οικιακή συσκευή που χρησιμοποιείται για το ψήσιμο φαγητών, γλυκισμάτων κτλ Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ηλεκτρική οικιακή συσκευή που χρησιμοποιείται για το ψήσιμο φαγητών, γλυκισμάτων κτλ Greek Open Multilingual WordNet
Φούρνος είναι μια συσκευή, ή μια ειδική εγκατάσταση, για τη δημιουργία υψηλής θερμοκρασίας εντός αυτής. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
WordNet Translations
Wikipedia Translations