bn:00060208n
Noun Concept
Categories: Μηχανικά εργαλεία χειρός
EL
πένσα  plyers
EL
Είδος λαβίδας με τα δύο σκέλη συνδεδεμένα χιαστί έτσι ώστε, όταν πιέζονται στο ένα άκρο (λαβή), να σφίγγουν πολύ στο άλλο Greek Open Multilingual WordNet
English:
tool
Definitions
Relations
Sources
EL
Είδος λαβίδας με τα δύο σκέλη συνδεδεμένα χιαστί έτσι ώστε, όταν πιέζονται στο ένα άκρο (λαβή), να σφίγγουν πολύ στο άλλο Greek Open Multilingual WordNet
Η πένσα είναι ένα εργαλείο χειρός, που χρησιμοποιείται για να πιάνει σφιχτά διάφορα αντικείμενα. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
WordNet Translations
Wikipedia Translations