bn:00060472n
Noun Concept
EL
χαρτοκόπτης  χαρτοκόπτη
EL
Μικρό μαχαίρι με αμβλεία κόψη, κατάλληλο για το κόψιμο χαρτιών Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μικρό μαχαίρι με αμβλεία κόψη, κατάλληλο για το κόψιμο χαρτιών Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations