bn:00060647n
Noun Concept
EL
παρένθεση
EL
Οποιοδήποτε από δύο σημεία στίξης που χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν ότι κάτι παρεμβάλλεται στο λόγο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Οποιοδήποτε από δύο σημεία στίξης που χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν ότι κάτι παρεμβάλλεται στο λόγο Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
Wikipedia Translations