bn:00060967n
Noun Concept
EL
οικόπεδο  κομμάτι γης  πλοκή του εδάφους
EL
Μικρό κομμάτι γης (καλλιεργημένο) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μικρό κομμάτι γης (καλλιεργημένο) Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet