bn:00061187n
Noun Concept
EL
αχλάδι
EL
Ο καρπός της αχλαδιάς, μικρός με πρασινωπή φλούδα και μαλακή γλυκιά σάρκα, με χαρακτηριστικό σχήμα (φαρδιά βάση και στενό λαιμό στο ύψος του κοτσανιού) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο καρπός της αχλαδιάς, μικρός με πρασινωπή φλούδα και μαλακή γλυκιά σάρκα, με χαρακτηριστικό σχήμα (φαρδιά βάση και στενό λαιμό στο ύψος του κοτσανιού) Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet