bn:00061432n
Noun Concept
EL
Πεντηκοστιανός  πεντηκοστής  πεντηκοστιανών
EL
Ο οπαδός της Εκκλησίας της Πεντηκοστής, μιας προτεσταντικής αίρεσης που εμφανίστηκε στις αρχές του 20αι. στις ΗΠΑ κα πήρε το όνομά της από την εορτή της Πεντηκοστής, σύμφωνα με την οποία οι πιστοί της βαπτίζονται στο Άγιο Πνεύμα και με αυτόν τον τρόπο αποκτούν το χάρισμα της γλωσσολαλίας, της προφητείας κ .λπ., διδάσκουν ότι ο Χριστός θα έλθει στη Γη για χιλιόχρονη βασιλεία, ότι η τιμή των ιερών εικόνων αποτελεί ειδωλολατρία κ .ά. Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο οπαδός της Εκκλησίας της Πεντηκοστής, μιας προτεσταντικής αίρεσης που εμφανίστηκε στις αρχές του 20αι. στις ΗΠΑ κα πήρε το όνομά της από την εορτή της Πεντηκοστής, σύμφωνα με την οποία οι πιστοί της βαπτίζονται στο Άγιο Πνεύμα και με αυτόν τον τρόπο αποκτούν το χάρισμα της γλωσσολαλίας, της προφητείας κ .λπ., διδάσκουν ότι ο Χριστός θα έλθει στη Γη για χιλιόχρονη βασιλεία, ότι η τιμή των ιερών εικόνων αποτελεί ειδωλολατρία κ .ά. Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet