bn:00061995n
Noun Concept
EL
πτύελο  φλέγμα  πτύελα
EL
Βλεννώδης, παχύρρευστη ουσία, που εκκρίνεται κυρίως από τους βρόγχους Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Βλεννώδης, παχύρρευστη ουσία, που εκκρίνεται κυρίως από τους βρόγχους Greek Open Multilingual WordNet
Διαυγές υγρό που διευκολύνει την κατάποση της τροφής και ξεκινά τη διαδικασία της πέψης Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikidata
WordNet Translations
Wikipedia Translations