bn:00062095n
Noun Concept
EL
φωτόμετρο
EL
Όργανο που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της έντασης του φωτός που προέρχεται από φωτεινή πηγή Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Όργανο που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της έντασης του φωτός που προέρχεται από φωτεινή πηγή Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet