bn:00063447n
Noun Concept
EL
πολύποδας  πολύπους  κοραλλιογενείς πολύποδες  πολύποδα  πολύποδες
EL
Κάθε θαλάσσιο ασπόνδυλο με κυλινδρική μορφή που φέρει ακανθωτούς πλοκάμους γύρω από το στόμα και έχει συνήθως την ανάποδη πλευρά του προσκολλημένη σε επιφάνεια Greek Open Multilingual WordNet
English:
zoology
Definitions
Relations
Sources
EL
Κάθε θαλάσσιο ασπόνδυλο με κυλινδρική μορφή που φέρει ακανθωτούς πλοκάμους γύρω από το στόμα και έχει συνήθως την ανάποδη πλευρά του προσκολλημένη σε επιφάνεια Greek Open Multilingual WordNet