bn:00063988n
Noun Concept
EL
πρακτικότητα
EL
Το να είναι κάτι πρακτικό, χρήσιμο και αποτελεσματικό Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το να είναι κάτι πρακτικό, χρήσιμο και αποτελεσματικό Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations