bn:00064167n
Noun Concept
EL
ετοιμασία  παρασκευή  προετοιμασία  προπαρασκευή  αποθήκευση, η ετοιμασία
EL
Η ενέργεια του προετοιμάζω, η οργάνωση με κάποια σειρά των ενεργειών κάποιας δραστηριότητας ή στόχου Greek Open Multilingual WordNet
English:
principle
Definitions
Relations
Sources