bn:00064447n
Noun Concept
EL
εκτυπωτής  εκτυπωτική μηχανή  τυπογράφος  μηχανή εκτύπωσης
EL
Κάθε συσκευή που τυπώνει κάτι, λ .χ. εικόνες από βίντεο ή από φωτογραφικό φιλμ σε χαρτί Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources