bn:00064601n
Noun Concept
EL
καθηγητής  καθηγητής πανεπιστημίου  καθηγήτρια  καθηγήτρια πανεπιστημίου  πανεπιστημιακός
EL
Αυτός που διδάσκει σε σχολή ανώτερης ή ανώτατης εκπαίδευσης Greek Open Multilingual WordNet
English:
title
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που διδάσκει σε σχολή ανώτερης ή ανώτατης εκπαίδευσης Greek Open Multilingual WordNet
Λόγιος δάσκαλος Wikidata