bn:00065555n
Noun Concept
Categories: Κβαντική μηχανική
EL
κβάντο  κβάντα  κβάντο φωτός  κβαντική
EL
Γενικά στη φυσική, ο όρος κβάντο ή κβάντουμ αναφέρεται σε μια αδιάστατη μονάδα ποσότητας, ένα «ποσό από κάτι». Wikipedia
English:
physics
Definitions
Relations
Sources
EL
Γενικά στη φυσική, ο όρος κβάντο ή κβάντουμ αναφέρεται σε μια αδιάστατη μονάδα ποσότητας, ένα «ποσό από κάτι». Wikipedia
Wikipedia
Wikidata
Wikipedia Redirections
Wikipedia Translations