bn:00065710n
Noun Concept
EL
αγκάθι  αγκάθι σκαντζόχοιρου
EL
Σκληρή προστατευτική απόφυση, σαν αγκάθι, πάνω στο σώμα σκαντζόχοιρου Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Σκληρή προστατευτική απόφυση, σαν αγκάθι, πάνω στο σώμα σκαντζόχοιρου Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary