bn:00066125n
Noun Concept
EL
αγροκτήμονας  αγροκτηματίας  κτηματίας
EL
Το πρόσωπο που διευθύνει ή που είναι ιδιοκτήτης ενός αγροκτήματος, μιας φάρμας Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το πρόσωπο που διευθύνει ή που είναι ιδιοκτήτης ενός αγροκτήματος, μιας φάρμας Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations