bn:00066154n
Noun Concept
Categories: Κοινωνιολογία
EL
κοινωνική θέση  κοινωνική κατάσταση  κοινωνική σταθμό  κοινωνική τάξη
EL
Η θέση που έχει κάποιος μέσα σε ένα κοινωνικό σύνολο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η θέση που έχει κάποιος μέσα σε ένα κοινωνικό σύνολο Greek Open Multilingual WordNet
Το άτομο εντάσσεται σε διάφορες κοινωνικές θέσεις κατα τη διάρκεια της ζωής του. Wikipedia