bn:00067031n
Noun Concept
EL
πίστη
EL
Η βεβαιότητα που απορρέει από προηγούμενη εμπειρία Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η βεβαιότητα που απορρέει από προηγούμενη εμπειρία Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet