bn:00068265n
Noun Concept
EL
ριζωματώδες υπόγειο τμήμα φυτού  υποκείμενο  υποκειμένων
EL
Ρίζες ή μέρος ρίζας που χρησιμοποιείται για τη διασπορά φυτών. Ειδικά εκείνο το μέρος του μπολιασμένου φυτού που ενισχύει τις ρίζες Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ρίζες ή μέρος ρίζας που χρησιμοποιείται για τη διασπορά φυτών. Ειδικά εκείνο το μέρος του μπολιασμένου φυτού που ενισχύει τις ρίζες Greek Open Multilingual WordNet