bn:00068548n
Noun Concept
EL
δοκιμή  τεστ
EL
Η ενέργεια του δοκιμάζω, μέθοδος εξακρίβωσης και αξιολόγησης για κάτι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η ενέργεια του δοκιμάζω, μέθοδος εξακρίβωσης και αξιολόγησης για κάτι Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations