bn:00068965n
Noun Concept
EL
σαλμί  salmi
EL
Τρόπος παρασκευής κυνηγιού, φαγητό από κρέας κυνηγιού (λαγό, πέρδικα κ.λπ.) και διάφορα καρυκεύματα, με πλούσια σάλτσα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Τρόπος παρασκευής κυνηγιού, φαγητό από κρέας κυνηγιού (λαγό, πέρδικα κ.λπ.) και διάφορα καρυκεύματα, με πλούσια σάλτσα Greek Open Multilingual WordNet
COUNTRY OF ORIGIN
DIFFERENT FROM
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
EL