bn:00070653n
Noun Concept
EL
κοινωφελής οργανισμός
EL
Οργανισμός που ωφελεί την κοινωνία, που εξυπηρετεί το κοινωνικό σύνολο σύμφωνα με τους κανονισμούς του κράτους Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Οργανισμός που ωφελεί την κοινωνία, που εξυπηρετεί το κοινωνικό σύνολο σύμφωνα με τους κανονισμούς του κράτους Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet