bn:00070781n
Noun Concept
Categories: Γενετική
EL
φυλετικό χρωμόσωμα  χρωμόσωμα φύλου
EL
Το χρωμόσωμα που καθορίζει το φύλο ενός ατόμου Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το χρωμόσωμα που καθορίζει το φύλο ενός ατόμου Greek Open Multilingual WordNet
Ένα φυλετικό χρωμόσωμα είναι ένας τύπος χρωμοσώματος που συμμετέχει στον καθορισμό του φύλου. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations